Όσιος Θεόδωρος ο Ηγιασμένος - Άγιος Νικόλαος ο Α' ο Μυστικός Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης - Άγιοι Αυδάς, Αυδιησούς οι Επίσκοποι, Βενιαμίν ο διάκονος και άλλοι τριάντα οκτώ μάρτυρες
Βιογραφία
Δῶρόν σε θεῖον Θεόδωρε δεικνύει
Ἐν Ἁγίοις Ἅγιος ἡγιασμένε.
Τῇ δέγε ἑνδεκάτῃ Θεόδωρος ἀφίπτατο γαίης.
Τα πλούτη των γονέων του δε στάθηκαν ικανά να εμποδίσουν τον Ιερό πόθο του Θεοδώρου να γίνει μαθητής του μεγάλου αθλητή της ερήμου Παχωμίου. Αν και νεαρός στην ηλικία, είχε αξιοθαύμαστη εγκράτεια και φρόνηση, ώστε ο Παχώμιος να τον έχει σε μεγάλη υπόληψη. Εκείνο, όμως, που διέκρινε κανείς ιδιαίτερα στο Θεόδωρο, ήταν οι πολλές του γνώσεις στα Ιερά γράμματα. Ήταν δεινός μελετητής της Αγίας Γραφής, καθώς και παλαιοτέρων συγγραμμάτων σοφών Πατέρων. Ο Παχώμιος, βλέποντας την ικανότητα του Θεοδώρου, ότι ήταν «δυνατός εν ταις γραφαίς»" (Πράξεις των Αποστόλων,ιη' 24), δηλαδή, δυνατός στή γνώση και την ερμηνεία των Γραφών, όρισε να διδάσκει τους υπόλοιπους αδελφούς του μοναστηριού. Στην αρχή μερικοί από αυτούς αντέδρασαν, διότι δεν ήθελαν να τους μορφώνει ένα παιδί, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν. Η ικανότητα, όμως, του Θεοδώρου, θεμελιωμένη σε ταπεινό φρόνημα, κατάφερε να πείσει όλη την αδελφότητα να τον ακούει πρόθυμα. Μάλιστα, μετά από χρόνια, ομόφωνα τον εξέλεξαν ηγούμενο της Μονής, και πάντα τους υπενθύμιζε το θεόπνευστο λόγο της Αγίας Γραφής, «ταις έντολάς αυτού μελέτα δια παντός. Και ή επιθυμία της σοφίας σου δοθήσεταί σοι» (Σοφία Σειράχ, στ' 37). Δηλαδή, τις εντολές του Κυρίου να μελετάς πάντοτε και η σοφία που επιθυμείς, θα σου δοθεί. Το Μάϊο του 367 πέθανε, και δίκαια του δόθηκε ο τιμητικός τίτλος του ηγιασμένου.
Βιογραφία
O Nικόλαος εκλιπών σκιάν βίου,
Προς άσκιον μετήλθε φωτός χωρίον.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 852 και η καταγογή του ήταν από την Κάτω Ιταλία. Έλαβε το αξίωμα του συγκλητικού και έκανε μυστικοσύμβουλος του (εξ απορρήτων) Λέοντα του ΣΤ' του Σοφού. Όμως ο Νικόλαος, από αγάπη προς τον μοναχικό βίο, έγινε μοναχός στη μονή των Γαλακρηνών και αργότερα, για τις πολλές αρετές και τη μόρφωσή του, εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης και χειροτονήθηκε την Κυριακή της Ορθοδοξίας του 895 μ.Χ., διαδεχόμενος τον αποθανόντα Πατριάρχη Αντώνιο Β' τον Καυλέα. Η πρώτη πατριαρχεία του Νικολάου του Α', που επονομάσθηκε και Μυστικός, είχε διάρκεια μέχρι το 906. Η αιτία της πτώσης του, δείχνει την ευσεβή και αληθινά επισκοπική θέληση του. Ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός, είχε κάνει, παρά την απαγόρευση του Πατριάρχη, τέταρτο γάμο μετά της Ζωής της Καρβονοψίνας. Ο Νικόλαος όχι μόνο δεν αναγνώρισε το γάμο του βασιλιά, αλλά καθήρεσε τον ιερέα Θωμά που τέλεσε το γάμο και αφόρισε τον βασιλιά. Ο Λέων για να εκδικηθεί τον Νικόλαο, κατάφερε και τον έριξε από τον πατριαρχικό θρόνο, και διάδοχο του όρισε τον Ευθύμιο τον Α'. Δημιουργήθηκε όμως, μέγας σάλος στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Και το 911, ο αδελφός του Λέοντα, Αλέξανδρος, κατέβασε από το θρόνο τον Ευθύμιο και ανέβασε πάλι τον Νικόλαο. Το 913, μαζί με άλλους τέσσερις, ανέλαβε επίτροπος του ανήλικου βασιλιά Κωνσταντίνου Ζ'. Επί της πατριαρχείας του, εμποδίστηκε οριστικά ο τέταρτος γάμος διά του λεγομένου «Τόμου της Ενώσεως» και έγινε η πρώτη διάταξη του Μηνολογίου των αγίων της Ανατολικής Εκκλησίας από τον Συμεών τον μεταφραστή. Πέθανε τον Μάιο του 925 και ενταφιάσθηκε στη μονή των Γαλακρηνών.
Άγιοι Αυδάς, Αυδιησούς οι Επίσκοποι, Βενιαμίν ο διάκονος και άλλοι τριάντα οκτώ μάρτυρες
Βιογραφία
Eις τον Aυδάν.
Άμφω προ των σων Aυδά Mάρτυς ομμάτων,
Tομεύς κεφαλής και βραβεύς θείου στέφους.
Eις τον Aυδιησούν.
Eκδούς εαυτόν Aυδιησούς τω ξίφει,
Oράν Iησούν ηξιώθη τον μέγαν.
Eις τους δεκαέξ Iερείς.
Tους Iερείς σου Σώτερ έκτεινε ξίφος,
Tην ιεράν σου μη προδόντας αξίαν.
Eις τους εννέα Διακόνους.
Tους τρισσάκις τρεις Λευΐτας τετμημένους,
Στέφει Θεός δις ως αθλητολευΐτας.
Eις τους έξ Mοναχούς και επτά Παρθένους.
Eι Παρθένων έδωκεν επτάδα ξίφει,
Πώς ου παρέξει και Mοναχών εξάδα;
Όλοι αυτοί οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Περσία και άθλησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306-337 μ.Χ.) και του Πέρσου Βασιλέως Σαπώρ Β' (309-379 μ.Χ.).
Ο Αυδιησούς επισκόπευσε στην πόλη Βηθχασχάρ και καταγγέλληθηκε από τον ίδιο τον ανεψιό του, ότι αυτός και ο Επίσκοπος της πόλεως Χασχάρ Αυδάς, καθώς και άλλοι 38 χριστιανοί (δεκαέξι πρεσβύτεροι, εννέα διάκονοι, έξι μοναχοί και επτά παρθένες), διέβαλαν το Περσικό θρήσκευμα, προκειμένου να προσηλυτίζουν προς τον Ιησού Χριστό. Ανακρινόμενοι αυτοί δεν αρνήθηκαν ότι διδάσκουν τον λόγο του Θεού και το θεωρούσαν μάλιστα καθήκον τους να αποσπούν ανθρώπους από τα δίχτυα της πλάνης με τον θεμιτό τρόπο της διδασκαλίας. Τότε ο Αρσήθ, ο αδελφός του βασιλιά, διέταξε και τους έδεσαν με σχοινιά σφιχτά, τόσο, ώστε να σπάζουν τα κόκκαλά τους. Αυτό συνεχίστηκε για επτά ήμερες. Τότε ο Αρσήθ νόμισε ότι το θάρρος τους θα είχε πέσει και τους προσκάλεσε να φάγουν ειδωλόθυτα. Εκείνοι αρνήθηκαν και ενισχύθηκαν μάλιστα περισσότερο, όταν στη συντροφιά τους προστέθηκε και ο γενναίος αθλητής του Χρίστου Αυδάς, που είχε συλληφθεί εκείνη τη στιγμή. Τότε διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός τους και έτσι όλοι έλαβαν το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας δόξας το 375 μ.Χ.