Κυριακή της Τυρινής - Άγιος Ησύχιος ο Συγκλητικός - Άγιος Θεόδοτος επίσκοπος Κυρήνειας Κύπρου Ομολογητής και Ιερομάρτυρας
Βιογραφία
«Εὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. Σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· Θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.» (Ματθ. στ’ 14-21)
Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα του Θεού, ως «εικόνα και καθ' ομοίωσις» αυτού ( Γέν.1,26). Πλάστηκε να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ (Γεν.2 ο κεφ.). Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του.
Μέγα χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους (Εφ.2,13). Η αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε!
Ο Αδάμ και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε.
Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν το μέλλον ζοφερό και γι' αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του παραδείσου ερήμου.
Όμως δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους.
Βιογραφία
Ποταμὸν Ἡσύχιος ὑδάτων ἔδυ,
Ὅπως ποταμὸν τοῦ πυρὸς διεκφύγῃ.
Δευτερίῃ προσέβη Ἡσύχιος ἐν πόλου ὅρμοις.
O Άγιος Ησύχιος έζησε στο χρόνια του Γαλερίου Μαξιμιανού, στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ., και κατείχε το αξίωμα του Συγκλητικού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των Χριστιανών, του προτείνεται να αρνηθεί την πίστη του και να σώσει τη ζωή του και το αξίωμά του. Όμως ο Ησύχιος δε δίστασε να περιφρονήσει όλες τις τιμές και τις υποσχέσεις και με θαυμαστή προθυμία ομολόγησε τη πίστη του. Τότε ο βασιλιάς εξαγριώθηκε και διέταξε να του αφαιρέσουν τα διάσημα του αξιώματός του και να του φορέσουν ταπεινωτικά ενδύματα και στη συνέχεια τον γελοιοποιεί μπροστά σ' όλους τούς αξιωματούχους. Όμως, ο Άγιος δέχεται τα πάντα αδιαμαρτύρητα, διότι γνωρίζει ότι οι ανθρώπινες τιμές είναι πρόσκαιρες, ενώ οι ουράνιες τιμές είναι αιώνιες. Εξοργισμένος από την ηρωική στάση του Ησύχιου, ο Μαξιμιανός διατάσσει την θανάτωσή του. Οι στρατιώτες οδηγούν τον Άγιο στον ποταμό Ορόντη, όπου αφού του έδεσαν μία πέτρα στο λαιμό τον έριξαν στο πλέον βαθύ μέρος. Έτσι αξιώθηκε να γίνει μάρτυρας για την πίστη του στο Χριστό.
Βιογραφία
Ἄθλου πέπλησαι, Θεόδοτε, στιγμάτων,
Εἰ καὶ μὲτ εἰρήνης σε Χριστὸς λαμβάνει.
Ο Άγιος Θεόδοτος έζησε στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα, όταν η ειδωλολατρία κινδύνευε να εκπνεύσει. Και ζητούσε, όπως τα θανάσιμα πληγωμένα θηρία, να πέσει με όσες δυνάμεις της απέμειναν, να εξοντώσει την Εκκλησία.
Ο Άγιος Θεόδοτος, επίσκοπος στην Κυρήνεια της Κύπρου, με το μεγάλο ζήλο του υπέρ της χριστιανικής πίστης και για τις κατακτήσεις που επιτύγχανε μέσα στον ειδωλολατρικό κόσμο, προκάλεσε την οργή του ηγεμόνα Σαβίνου. Αφού τον συνέλαβε, προσπάθησε να τον πείσει ν' αρνηθεί την πίστη του στο Χριστό. Ο Θεόδοτος όχι μόνο δεν αρνήθηκε την πίστη του, αλλά και μίλησε θαρραλέα στον ηγεμόνα κατά της ειδωλολατρικής πλάνης και τον εξόρκισε ν' αρνηθεί τους ψεύτικους θεούς. Τότε ο Σαβίνος τον βασάνισε σκληρά, αλλά μπροστά στην εξέγερση του χριστιανικού πληθυσμού, φοβήθηκε και διέταξε να μεταφερθεί ο καταπληγωμένος Ιεράρχης στη φυλακή.
Αλλά και στη φυλακή ο Θεόδοτος δεν εγκατέλειψε το έργο του. Βρήκε ανθρώπους, όπου τους μετέδωσε την αλήθεια και έτσι έκανε μέσα στη φυλακή ένα μικρό ποίμνιο.
Αργότερα, επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ελευθερώθηκε και συνέχισε με περισσότερο ζήλο το έργο του. Μετά δύο χρόνια όμως, το 315 μ.Χ., πέθανε, αφού άφησε αλησμόνητο υπόδειγμα σε κλήρο και λαό.
