Ανάσταση του Λαζάρου - Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής Επίσκοπος Παρίου - Οσία Ανθούσα, θυγατέρα του Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου
Βιογραφία
Θρηνεῖς Ἰησοῦ, τοῦτο θνητῆς οὐσίας.
Ζωοῖς φίλον σου, τοῦτο θείας Ἰσχύος.
Αυτό το Σάββατο τιμάμε την υπό του Χριστού Ανάσταση του φίλου Του Λαζάρου.
Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Χριστού και οι αδελφές του Μάρθα και Μαρία τον φιλοξένησαν πολλές φορές (Λουκ.ι΄, 38-40, Ιωαν.ιβ΄, 1-3) στη Βηθανία κοντά στα Ιεροσόλυμα. Λίγες μέρες πρό του πάθους του Κυρίου ασθένησε ο Λάζαρος και οι αδελφές του ενημέρωσαν σχετικά τον Ιησού που τότε ήταν στη Γαλιλαία να τον επισκεφθεί. Ο Κύριος όμως επίτηδες καθυστέρησε μέχρι που πέθανε ο Λάζαρος, οπότε είπε στους μαθητές του πάμε τώρα να τον ξυπνήσω. Όταν έφθασε στη Βηθανία παρηγόρησε τις αδελφές του Λάζαρου που ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και ζήτησε να δει το τάφο του.
Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, βγές έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια΄,44)
Η αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Τελείωσε το επίγειο βίο του στην Κύπρο το έτος 63 μ.Χ. και ο τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».
Το έτος 890μ.Χ. μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ
Χαρακτηριστικό της μετέπειτας ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο.
Η Ανάσταση του Λαζάρου επέτεινε το μίσος των Εβραίων που μόλις την έμαθαν ζήτησαν να σκοτώσουν τον Λάζαρο και το Χριστό.
Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο.
Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής Επίσκοπος Παρίου
Βιογραφία
Χαίρων τελεύτα, Βασίλειε τρισμάκαρ.
Ἐκεῖ γὰρ ἥξεις, οὗ χαρᾶς πλησθῇς ὅσης.
Δωδεκάτῃ Βασίλειε ταφήϊα δύσσαο νεκρός.
Απτόητος πρόμαχος της τιμητικής προσκύνησης των εικόνων ο Βασίλειος, αποδοκίμασε με όλες του τις δυνάμεις τους εικονομάχους αυτοκράτορες. Η μεγάλη θεολογική του κατάρτιση σε συνδυασμό με την ενάρετη ζωή του, τον ανέδειξαν επίσκοπο της πόλης Παρίου στις ακτές της Προποντίδας.
Η στάση του όμως αυτή έναντι των εικονομάχων αυτοκρατόρων έγινε αιτία να διωχθεί σκληρά. Υπέστη πολλά δεινά και πέρασε «εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι» (Β' προς Κορινθίους, ια' 27), δηλαδή, με πείνα και δίψα, με νηστείες πολλές φορές, με κρύο και γυμνότητα. Αλλά ο Βασίλειος, όπου και αν τον εξόριζαν οι αυτοκράτορες, ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία να υπερασπίζει την Ορθοδοξία. Αναφέρεται δε ότι κατά τους χρόνους της βασιλείας του Μιχαήλ του Τραυλού (820 - 829 μ.Χ.) και του Θεοφίλου (829 - 842 μ.Χ.) διέμενε εξόριστος σε κάποιο μικρό νησί προ της Κωνσταντινουπόλεως. Τέλος, τον αξίωσε ο Θεός να δει το θρίαμβο της Ορθοδοξίας και συγχρόνως το ναυάγιο της εικονομαχίας.
Όταν επέστρεψε στην επισκοπή του, τον υποδέχθηκαν με μεγάλες τιμές και εκεί παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο.
Ο Άγιος Βασίλειος χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο τον μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Άγιο Ιγνάτιο Α' (τιμάται 23 Οκτωβρίου).
Βιογραφία
Ῥίζης δυσώδους καρπὸς εὐώδης μάλα,
Ἀνθοῦσα σεμνὴ γῆς ἀπανθεῖ καὶ βίου.
Η Οσία Ανθούσα ήταν θυγατέρα του εικονομάχου βασιλιά Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου και της τρίτης συζύγου του Ευδοκίας. Γεννήθηκε μέσα στην ανακτορική δόξα και λαμπρότητα, αλλά αυτή ζήτησε άλλου την ευχαρίστηση και παρηγοριά της ψυχής της.
Μάταια ο βασιλιάς πατέρας της (741 - 775 μ.Χ.) θέλησε να την παντρέψει με νέο που είχε όλα τα πλεονεκτήματα του γένους, του κάλλους και του πλούτου. Αυτή έφερε στην καρδιά της βαθειά τη θλίψη, ότι ο πατέρας της ήταν εχθρός των εικόνων και δεν ήθελε σύζυγο που είχε τα ίδια φρονήματα μ' αυτόν. Παρέμεινε λοιπόν άγαμη και χρησιμοποιούσε τον καιρό της σε έργα ελέους και φιλανθρωπίας.
Μετά το θάνατο του πατέρα της, μοίρασε τα υπάρχοντα της σε φτωχούς, φιλανθρωπικά ιδρύματα και ναούς και έγινε μοναχή από τον Πατριάρχη Ταράσιο μολονότι δέχθηκε πολλές παρακλήσεις και πιέσθηκε από την ευσεβέστατη αυγούστα Ειρήνη την Αθηναία (797 - 802 μ.Χ.) να μείνει μαζί της και να συμβασιλεύσει. Στο μοναστήρι η ζωή της ήταν ασκητική, γεμάτη ταπεινοφροσύνη και αγάπη.
Το έτος 809 μ.Χ. και σε ηλικία 52 ετών έφυγε από τον κόσμο αυτό, σ' όλα άξια του αμάραντου στεφάνου της αιώνιας βασιλείας, η παρθένος η σεμνή, που καταφρόνησε τις ψεύτικες λάμψεις και τις απατηλές τιμές των πρόσκαιρων βασιλειών της γης.
