Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα - Άγιος Πέτρος ο Θαυματουργός Αρχιεπίσκοπος Άργους και Ναυπλίου - Άγιος Οικουμένιος ο Θαυματουργός επίσκοπος Τρίκκης
Βιογραφία
Ἥπλωσε Χριστὸς χεῖρας ἐν Σταυρῷ πάλαι,
Ἥπλωσε καὶ νῦν Μαύρα σὺν Τιμοθέῳ.
Σταυρῷ Τιμόθεος τριτάτῃ τανύθη ἅμα Μαύρᾳ.
Μαρτυρίου ὡς λάμψασ’ ἀκτῖνας Μαῦρα.
Ὅπας Σατᾶν γε ἤμβλυνας ἶφι Μάρτυς
Σταυρῷ Τιμόθεος τριτάτῃ τανύθη ἅμα Μαύρᾳ.
Οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα, γεννήθηκαν στη κωμόπολη Παναπέα στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου.
Ο Τιμόθεος ήταν αναγνώστης και κήρυκας του Ευαγγελίου στην Εκκλησία των Παναπέων και εκτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα με θερμότατο ζήλο και θαυμαστά αποτελέσματα. Το γεγονός αυτό προξενούσε ζηλοφθονία στους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τελικώς τον κατήγγειλαν στον αδίστακτο ειδωλολάτρη έπαρχο Αρριανό, είκοσι μόλις μέρες μετά τον γάμο του με την Αγία Μαύρα. Ο Αρριανός κάλεσε τον Τιμόθεο να παραδώσει τα ιερά βιβλία του στην πυρά. Ο Τιμόθεος αρνήθηκε με παρρησία να καταστρέψει τα βιβλία του, λέγοντας στον έπαρχο ότι τα θεωρεί ως ιερά πνευματικά του όπλα και εφόδια. Οργισμένος ο Αρριανός υπέβαλε τον άγιο σε διάφορα βασανιστήρια, τα οποία ο Τιμόθεος υπέμεινε με παροιμιώδη υπομονή.
Πρώτα πρώτα έβαλαν μέσα στα αυτιά του Μάρτυρα πυρακτωμένα σίδερα, με αποτέλεσμα να λιώσουν οι κόρες των ματιών του και να πέσουν στο έδαφος. Στη συνέχεια έδεσαν τους αστραγάλους πάνω σε τροχό βασανιστηρίων και σφράγισαν το στόμα του με φίμωτρο. Έπειτα έδεσαν μια βαριά πέτρα στόν τράχηλό του και τον κρέμασαν σε ένα δέντρο.
Για να κάμψει το σθένος του ο έπαρχος στράφηκε προς τη σύζυγό του Μαύρα, την οποία στην αρχή κολάκευε για να θυσιάσει στο είδωλα και μην ακολουθήσει τη θανατηφόρα πορεία του συζύγου της. Με παραίνεση όμως του Τιμόθεου, η Μαύρα ομολόγησε κι εκείνη την πίστη της στον Θεό. Τότε ο Αρριανός διέταξε τον άγριο βασανισμό της Αγίας, η οποία καθ' όλη τη διάρκεια των μαρτυρίων έψαλε.
Πρώτα πρώτα, λοιπόν, της ξερρίζωσαν τις τρίχες του κεφαλιού της και στη συνέχεια της έκοψαν τα δάχτυλα. Έπειτα την βύθισαν ολόκληρη μέσα σε ένα καζάνι γεμάτο νερό που κόχλαζε. Επειδή όμως η Αγία, αν καί ήταν μέσα στο βραστό νερό, δεν έπαθε το παραμικρό έγκαυμα, ο Αρριανός σχημάτισε τη γνώμη ότι το νερό δεν ήταν θερμό, αλλά ψυχρό. Έτσι, για να το διαπιστώσει, πρόσταξε να του ραντίσουν το χέρι. Τότε η Αγία πήρε με τη χούφτα της νερό και το έριξε πάνω στο χέρι του. Το νερό αυτό ήταν τόσο καυτό, ώστε να διαλυθεί το δέρμα του ηγεμόνα.
Παρ' όλα αυτά, ο Αρριανός δεν σταμάτησε και διέταξε να σταυρώσουν και τους δυο Αγίους.
Ακόμη και στο σταυρό του μαρτυρίου, ο βδελυρός έπαρχος, πλησίασε την αγία σε μία απέλπιδα προσπάθεια έστω και την τελευταία στιγμή να την αποσπάσει από το μαρτύριο και την πίστη της. Φωτισμένη όμως από τη θεία χάρη η αγία τον απέπεμψε.
Ενώ η αγία Μαύρα ήταν κρεμασμένη στο σταυρό, την πλησίασε - σαν σε έκσταση - ο διάβολος, προσφέροντάς της ένα ποτήρι γεμάτο με μέλι και γάλα. Της συνιστούσε μάλιστα να το πιεί για να μην φλογίζεται από τη δίψα. Η Άγία όμως, φωτισμένη από τον Θεό, κατάλαβε την πανουργία του διαβόλου και με την προσευχή της τον έδιωξε. Ο παγκάκιστος χρησιμοποίησε όμως και άλλο τέχνασμα. Φάνηκε στην Αγία ότι την μετέφερε σε ένα ποτάμι απ' όπου έτρεχε μέλι και γάλα και της πρότεινε να πιεί. Εκείνη όμως, μετά από θείο φωτισμό, είπε: «Δεν πρόκειται να πιώ απ' αυτά. Θα πιώ από το ουράνιο ποτήρι που μου πρόσφερε ο Χριστός». Έτσι, ο διάβολος έφυγε απ' αυτήν νικημένος και καταντροπιασμένος.
Τότε παρουσιάστηκε στην Αγία άγγελος Θεού, ο οποίος την πήρε από το χέρι, την οδήγησε στον ουρανό και, αφού της έδειξε έναν θρόνο με μια στολή λευκή πάνω σ' αυτόν και ένα στεφάνι, της είπε: «Αυτά ετοιμάστηκαν για σένα». Στη συνέχεια, αφού την οδήγησε ακόμη ψηλότερα της έδειξε άλλον θρόνο και στολή και στεφάνι, της είπε πάλι: «Αὐτά προορίζονται για τον άντρα σου. Η διαφορά του τόπου δηλώνει το γεγονός ότι ο άντρας σου υπήρξε η αιτία της σωτηρίας σου».
Μετά από εννιά μέρες παρέδωσαν και οι δύο την ψυχή τους στον Κύριο και έτσι το Άγιο ζεύγος συγκαταλέχθηκε στην ιερώνυμη φάλαγγα των μαρτύρων της Εκκλησίας μας.
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Μαύρα από το 1331 μ.Χ. θεωρείται και τιμάται ως πολιούχος της πόλης της Λευκάδας, η οποία παλιότερα ονομαζόταν «Αγία Μαύρα». Μέσα στο Φράγκικο Κάστρο, στα Βόρεια του νησιού, υπήρχε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας, που καταστράφηκε το 1810 μ.Χ., καθώς οι Άγγλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το Φρούριο. Σήμερα, ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμήν της Αγίας Μαύρας και του συζύγου της, Αγίου Τιμοθέου, υπάρχει στην θέση παλιού προμαχώνα του Φρουρίου, ο οποίος διαμορφώθηκε το 1886 μ.Χ. σε ναό. Ο ναός αποτελεί εξωκκλήσιο της ενορίας Ευαγγελιστρίας (Μητροπόλεως) της πόλης της Λευκάδας και κάθε χρόνο, στο πανηγύρι της Αγίας, συρρέουν πλήθη προσκυνητών. Στο ναό της Ευαγγελιστρίας φυλάσσεται μάλιστα και παλαιά εικόνα της Αγίας, τοποθετημένη σε ειδικό προσκυνητάριο.
Η ιστορία για το πως έφτασε η τιμή της Αγίας Μαύρας στην Λευκάδα έχει ως εξής:
Το 1331 μ.Χ. το νησί της Λευκάδας περνάει στην κυριαρχία του Ανδηγαυού (Φράγκου) ηγεμόνα Βάλτερου Βρυέννιου. Οι Ανδηγαυοί κατάγονταν από την κωμόπολη Sainte Maure (Αγία Μαύρα), που βρισκόταν στο νομό Intre et Loir της σημερινής Γαλλίας. Φτάνοντας στο νησί, του έδωσαν το όνομα της μακρινής πατρίδας τους και έχτισαν μικρό ναό, ρωμαιοκαθολικού δόγματος, αφιερωμένο στο όνομα της Αγίας Μαύρας.
Στα μέσα του 15ου μ.Χ. αιώνα - 130 χρόνια αργότερα – έφτασε στο νησί η Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του Θωμά Παλαιολόγου και σύζυγος του δεσπότη της Σερβίας Λαζάρου Βούκοβιτς. Σκοπός του ταξιδιού της ήταν ο γάμος της κόρης της, Μελίσσας, με τον Δούκα της Λευκάδας, Λεονάρδο Γ’ τον Τόκκο. Στην πορεία τους προς το νησί κινδύνεψαν από σφοδρή θαλασσοταραχή. Η ευσεβής Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα, προς το νησί της οποίας κατευθυνόταν, να σωθεί και να της φτιάξει ναό.
Πράγματι, σώθηκε και έχτισε τον περικαλλή ορθόδοξο ναό της Αγίας Μαύρας. Επίσης, έχτισε ή ανακαίνισε και το μοναστήρι της Οδηγήτριας – στην περιοχή της Απόλπαινας.
Άγιος Πέτρος ο Θαυματουργός Αρχιεπίσκοπος Άργους και Ναυπλίου
Βιογραφία
Pίψας τον εχθρόν εν θεάτρω τω βίω.
Ζωστήρα νίκης ζωννύη θανών Πέτρε.
Ο Άγιος Πέτρος κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε περί τα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ. Οι γονείς του διακρίνονταν όχι μόνο κατά τον επίγειο πλούτο τους, αλλά και στην ευσέβεια και στη φιλανθρωπία. Τα ονόματά τους δεν είναι γνωστά. Γνωρίζουμε μόνο ότι σε ατμόσφαιρα αρετής και σωφροσύνης, αγάπης και ελεημοσύνης, ευλάβειας και ευσέβειας, εξέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου τα πέντε τέκνα τους: Παύλο, Διονύσιο, Πέτρο, Πλάτωνα και την θυγατέρα τους.
Γονείς και τέκνα με ένθεο ζήλο επιλέγουν την άσκηση της μοναχικής ζωής και αποσύρονται σε μονή. Εκεί ο Πέτρος, από νεαρή ηλικία, απερίσπαστος από κοσμικές ή άλλες φροντίδες, αφοσιώνεται με όλες του τις δυνάμεις στην άσκηση και τον αγώνα της αρετής. Αναδεικνύεται ο αυστηρός ασκητής της ερήμου, κοσμούμενος με τις αρετές της ταπεινοφροσύνης, της σωφροσύνης, της φιλαλήθειας, της συμπάθειας, της φιλανθρωπίας, της υπομονής, της εγκράτειας, της προσευχής. Μελετά την Αγία Γραφή και τους Πατέρες, αλλά και τη θυραθεν σοφία, την αρχαία ελληνική γραμματολογία, έχοντας ως πρότυπο τον Μέγα Φώτιο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Αφού έμαθε τις αρετές του Αγίου Πέτρου, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαος ο Μυστικός (βλέπε 16 Μαΐου), άνδρας προικισμένος με σοφία, ικανότητα, διορατικότητα και αποφασιστικότητα, επιθυμούσε διακαώς να αναβιβάσει τον Άγιο στο αξίωμα της αρχιεροσύνης και τον κάλεσε προκειμένου να πληρώσει τη χηρεύουσα Μητρόπολη Κορίνθου. Ο Άγιος Πέτρος διστάζει να ανταλλάξει την αγαπητή του ειρηνική ζωή με την τύρβη του κόσμου. Με μετριοφροσύνη αποποιείται την τιμή, ευχαριστεί και αρνείται. Ο Πατριάρχης τότε στρέφεται προς τον αδελφό του Αγίου, Παύλο (τιμάται 27 Μαρτίου), τον οποίο καθιστά Μητροπολίτη Κορίνθου. Αλλά και δεν παύει να προσπαθεί να πείσει τον Πέτρο να αποδεχθεί την αρχιεροσύνη. Ένεκα τούτο και για να μην πικραίνει τον Πατριάρχη, ο Άγιος αποφασίζει να κατέλθει στην Κόρινθο, τον θρόνο της οποίας κοσμούσε ο αδελφός του Παύλος, για να εφησυχάσει κοντά του.
Όταν χήρεψε η Επισκοπή Άργους, η οποία εξαρτιόταν από την Μητρόπολη Κορίνθου, Αργείοι και Ναυπλιείς απευθύνονται προς τον Επίσκοπο Παύλο ζητώντας επίμονα ως Επίσκοπο της περιοχής τους τον Άγιο Πέτρο. Ο Άγιος κάμπτεται και αποδέχεται τη θέση του Επισκόπου Άργους.
Ως Επίσκοπος αναδεικνύεται τύπος των πιστών σε όλα. Δίδασκε αδιάλειπτα με τα λόγια και τα έργα, στήριζε τους κλονιζόμενους, έτρεφε τους πεινώντες, θεράπευε τους πάσχοντες, εξαγόραζε αιχμαλώτους των Σαρακηνών. Όλοι φωτίζονται από το φως της αλήθειας και το άγιο παράδειγμά του. Ο Δωρεοδότης Θεός επιβραβεύει τις αρετές του Αγίου και απαντά στις δεήσεις υπέρ του ποιμνίου του, χαρίζοντας πλούσιες τις ευλογίες Του. Χάρη στην επέμβαση και τις προσευχές του Αγίου, επιτελούνται θαύματα. Ως άλλος προφήτης Ηλίας τρέφει σε καιρό λιμού τους κατοίκους της περιοχής με λίγο αλεύρι. Λυτρώνει με την επίμονη προσευχή του νεαρή αιχμάλωτη των Σαρακηνών. Θεραπεύει γυναίκα δαιμονισμένη.
Ακόμη ο Άγιος, πολυμαθής και σοφός, είναι ο παιδευτικός και ευφράδης διδάσκαλος. Τούτο μαρτυρούν οι διασωθέντες επτά λόγοι του.
Επί τρεις ημέρες η γλυκιά φωνή του Αγίου Πέτρου νουθετεί από το κρεβάτι τα τέκνα του και τα ευλογεί. Με την προσευχή και το σημείο του Σταυρού κοιμήθηκε με ειρήνη περί το 925 μ.Χ. Το πρόσωπό του φαινόταν ως να ζούσε και να κοιμόταν, φωτισμένο με φως. Ιερείς και πλήθος λαού, με συγκίνηση και ευλάβεια, ενταφιάζουν το ιερό λείψανο στην αριστερή πλευρά του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Τα τίμια λείψανά του γίνονται πρόξενα πολλών θαυμάτων. Όμως, στις 21 Ιανουαρίου του 1421 μ.Χ., ο Λατίνος Επίσκοπος Σιγουντονάνης άρπαξε το ιερό σκήνωμα, για να το μεταφέρει στη Ρώμη.
Βιογραφία
Για τον Άγιο Οικουμένιο μεταξύ των ερευνητών υπάρχει μία μακρά διαμάχη, τόσο για την ταυτότητά του, όσο και για το πότε ακριβώς έζησε.
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη ο Άγιος Οικουμένιος έζησε στα τέλη του 10ου αιώνα (995 μ.Χ.). Μελέτησε όλους τους Πατέρες της Εκκλησίας και αναδείχτηκε άριστος ερμηνευτής των αγίων Γραφών. Συγχρόνως συνέγραψε Ερμηνείες στις Πράξεις των Αποστόλων, στις 14 Επιστολές του Παύλου και στις 7 Καθολικές. Έτσι αφού εκτιμήθηκε από τους συγχρόνους του για το άμεμπτο ήθος του και τη μεγάλη εξωτερική του μόρφωση προκρίθηκε για τον επισκοπικό θρόνο της Τρίκκης (στη Θεσσαλία), τον οποίο κόσμησε σαν καλός Ποιμένας και του Αρχιποιμένα Χριστού μαθητής, και απεβίωσε ειρηνικά.
Σύμφωνα όμως με μια ισχυρή και αδιάκοπη παλαιά τοπική παράδοση ο Άγιος Οικουμένιος έζησε τον 4ο μ. Χ. αιώνα, όπως αναφέρεται και στο Εγκώμιο που έγραψε για τον Οικουμένιο τον 14ο αιώνα μ.Χ. ο λόγιος μητροπολίτης Λαρίσης Αντώνιος.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το εν λόγω Εγκώμιο, ο Άγιος Οικουμένιος καταγόταν από την Καππαδοκία και ήταν ανιψιός του Αχιλλείου Λαρίσης (βλέπε 15 Μαΐου) και εξάδελφος του Ρηγίνου επισκόπου Σκοπέλου (βλέπε 25 Φεβρουαρίου). Ακολούθησε τον πνευματικό του πατέρα και διδάσκαλο Αχίλλειο στη Λάρισα και τελικά εκλέχτηκε επίσκοπος Τρίκκης, εκπληρώνοντας έτσι την μεγάλη επιθυμία του θείου του να τον δει ιεράρχη. Οι δυο τους έλαβαν μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), όπου και θαυματούργησαν εις απόδειξη της ορθής πίστης (λίθος ανέβλυσε νερό). Πέθανε πλήρης ημερών και αναδείχτηκε θαυματουργός.
Τα τίμια λείψανά του Αγίου Οικουμένιου φυλάσσονταν σε λάρνακα στον ναό του αρχαγγέλου Μιχαήλ, που βρισκόταν μέσα στο φρούριο (Τρίκαλα).
Στο χωριό Χαϊδεμένη Τρικάλων υπάρχει ομώνυμος ναός του Αγίου Οικουμενίου, απέναντί από τον λόφο Καταφύγι, όπου σύμφωνα με την παράδοση, αποσυρόταν ο Άγιος Οικουμένιος για ησυχία και πνευματική περισυλλογή.
Reviewed by GEORGE GEOPONOS
on
Μαΐου 02, 2025
Rating:


