Επιτρέπεται να πέσεις, επιβάλλεται να στηριχτείς. Ο Γιάννης Μιχαηλίδης, τα λάθη, και οι θρασύδειλοι τιμωροί του διαδικτύου
Η βασική αρχή, η ανθρώπινη, λέει ότι όταν δεις έναν άνθρωπο πεσμένο κάτω, πληγωμένο, δεν τον κλωτσάς, δεν τον χτυπάς, δεν τον πατάς. Προσπαθείς να τον σηκώσεις, να τον ανακουφίσεις, του δίνεις το χέρι σου, τον βοηθάς, ή τουλάχιστον περιμένεις να σηκωθεί ξανά από μόνος του για να του ορμήσεις.
Όταν ένας άνθρωπος σφάλλει, δε μετατρέπει εσένα συλλήβδην σε αδέκαστο εισαγγελέα ψυχών. Δε σου δίνει το δικαίωμα να κατακρίνεις ασύστολα, δε σου παρέχει την ελευθερία να κατηγορείς αναφανδόν. Γιατί να τον ρίξεις πιο κάτω από όσο έχει ήδη πέσει; Πονάει αυτός ο άνθρωπος. Ζει τη δικό του μαρτύριο. Τον κάνεις να νιώθει χειρότερα, από όσο ήδη νιώθει.
Πόσο δε μάλλον όταν είναι μέλος της οικογένειάς σου. Αυτής που χαίρεσαι με τις χαρές της και λυπάσαι με τις λύπες της. Μιας “ασπρόμαυρης” οικογένειας που ιστορικά έχει πετύχει μόνο όταν ήταν ενωμένη. Άρρηκτα δεμένη με τα παιδιά που είναι δικά της. Με τα παιδιά που γεννιόνται δικά της ή γίνονται δικά της.
Τα λάθη παραμένουν λάθη και η κριτική παραμένει κριτική. Αυτό δεν αλλάζει. Κανείς δε βρίσκεται στο απυρόβλητο.
Ο Γιάννης Μιχαηλίδης – και ο καθένας – έχει την ανάγκη στήριξης στις στραβές του. Το ανάθεμα είναι το πιο εύκολο. Ο στιγματισμός, η κακοποίηση και η απανθρωπιά είναι το πιο ελεεινό.
Ας μάθουμε να μπαίνουμε στη θέση του άλλου. Ας προσπαθήσουμε να φοράμε τα παπούτσια του πριν τα χρησιμοποιήσουμε για διαδικτυακές μασκαρεμένες θρασύδειλες κλωτσιές.
Γεμίσαμε ανθρωποφάγους και δολοφόνους χαρακτήρων. Για μια άστοχη πάσα, για ένα τάκλιν, για μια άμυνα, για μια χαμένη ευκαιρία. Γεμίσαμε δήμιους που εκτελούν με μερικά δάχτυλα και ένα “enter”. Αυτό το ανυπολόγιστο “enter” που μπαίνει βαθιά στην ψυχή του παραλήπτη. Μερικά πλήκτρα και ένα send στον δρόμο προς την κόλαση.