Αγία Λουκία η παρθένος - Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης - Όσιος Άρης
Βιογραφία
Ὡς Παρθένος μέν, ἓν στέφος ἡ Λουκία.
Ὡς δ' ἐκ ξίφους καὶ Μάρτυς, ἄλλο λαμβάνει.
Η Αγία Λουκία καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας και μαρτύρησε κατά το έτος 304 μ.Χ. όταν ηγεμόνας της Σικελίας ήταν ο Πασχάσιος και αυτοκράτωρ της Ρώμης ο Διοκλητιανός. Υπήρξε παρθένος, μνηστευμένη με κάποιον ειδωλολάτρη.
Η μητέρα της Ευτυχία υπέφερε από χρόνια αιμορραγία και έτσι αναγκάσθηκε μαζί της να καταφύγει στην Κατάνη στον ναό της θαυματουργού Αγίας Αγάθης (βλέπε 5 Φεβρουαρίου) για να θεραπευθεί η Ευτυχία. Εκεί οραματίσθηκε καθ’ ύπνους την Αγία Αγάθη η οποία την βεβαίωσε ότι η μητέρα της θα θεραπευθεί και ότι η ιδία θα τύχει μαρτυρικού τέλους.
Αφού αποκαταστάθηκε η υγεία της μητέρας της, η Αγία Λουκία διαμοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς και ανέμενε προσευχόμενη το τέλος της κατά τους λόγους της Αγίας Αγάθης. Η εμμονή της στην πατρώα πίστη και η εν γένει στάση της ήταν η αιτία που κινήθηκε ο μνηστήρας της εναντίον της. Δεν δίστασε μάλιστα να την καταγγείλει στον ηγεμόνα Πασχάσιο ως χριστιανή. Εκείνος μετά την ανάκριση που της έκανε, διέταξε να την κλείσουν σε πορνείο για να ατιμασθεί. Και όμως θεία δύναμη την κράτησε αμετακίνητη στο σημείο που βρισκόταν παρόλο που στην αρχή την τραβούσαν οι στρατιώτες με ορμή και ύστερα την έδεσαν σε ζυγό που έσερναν πολλά ζευγάρια βόδια. Οι στρατιώτες θυμωμένοι που δεν κατόρθωσαν τον σκοπό τους την άλειψαν με πίσσα, ρετσίνι και λάδι και της έβαλαν φωτιά για να καεί ζωντανή· και όμως, θεϊκή επέμβασή ήταν εκείνη που έσβησε την φωτιά.
Στην συνέχεια της έβγαλαν τα μάτια με ξιφίδιο και ένας στρατιώτης βύθισε το μαχαίρι του στον λαιμό της και την εγκατέλειψαν αιμόφυρτη. Η Αγία ζήτησε να μεταλάβει των Αχράντων Μυστηρίων και εφοδιασμένη έτσι παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο αφού προηγουμένως προφήτευσε για το σύντομο τέλος της ειδωλολατρίας και την νίκη και επικράτηση του χριστιανισμού.
Το 886 μ.Χ. ο Άγιος Λέων Επίσκοπος Κατάνης (βλέπε 20 Φεβρουαρίου) ανήγειρε ιδίοις εξόδοις περικαλλή ναό προς τιμήν της. Το ιερό της σκήνος άφθαρτο και ευωδιάζον μετεφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου παρέμεινε μέχρι το 1204 μ.Χ. οπότε και οι σταυροφόροι το μετέφεραν στην Βενετία το έτος 1280 μ.Χ. Από το 1860 μ.Χ. φυλάσσεται και προσκυνείται στον ναό των Αγίων Ιερεμίου και Λουκίας. Το 1955 μ.Χ. η κάρα της καλύφθηκε με περίτεχνη επένδυση από σφυρήλατο ασήμι σε σχήμα κεφαλής.
Η Αγία Λουκία στην εικονογραφία παρουσιάζεται να κρατά κλάδο φοίνικος και ένα πινάκιο με μάτια για να θυμόμαστε το μαρτύριό της.
Το όνομά της στα λατινικά προέρχεται από το lux-lucis που σημαίνει φως και κατ’ επέκτασιν σημαίνει Φωτεινή. Η εορτή της δώδεκα ημέρες προ των Χριστουγέννων προαναγγέλει το φως που έρχεται στον κόσμο με την γέννηση του Θεανθρώπου. Όλη η Ευρώπη εορτάζει αυτή την ημέρα. Στην Σουηδία μάλιστα ένα μικρό κορίτσι φορά στο κεφάλι του στέμμα με αναμμένα κεριά και βαστά δύο αναμμένες λαμπάδες. Με την συνοδεία και άλλων λευκοφορεμένων κοριτσιών παριστάνει την Αγία Λούκια που φέρνει το φως των Χριστουγέννων. Επισκέπτονται τα σπίτια και τραγουδούν τα κάλαντα της Αγίας Λουκίας. Για το Παλέρμο της Σικελίας η μνήμη της είναι ημέρα νηστείας κατά την οποία καταλύουν ένα μόνο μικρό αρτίδιο από ρεβυθάλευρο (panelle) για να προστατεύει τα μάτια τους η Αγία.
Η Αγία Λουκία της οποίας οι οφθαλμοί εξορύχθησαν «δάνεισε» στην νεότερη εικονογραφία του 20ού αιώνος στην Αγία Παρασκευή το πινακίδιο με τα μάτια για να μας θυμίζει ότι θεράπευσε τα μάτια του βασιλιά Αντωνίνου.
Κατά παλαιά παράδοση η Αγία Λουκία ετιμάτο ως προστάτις των οφθαλμών.
Έτσι τιμάται ακόμη και στην παλαίφατο Ιερά Μονή Κεχροβουνίου (Οσίας Πελαγίας) Τήνου με πανηγυρική θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό του Τιμίου Προδρόμου (εσωτερικώς της Ιεράς Μονής).
Βιογραφία
Τὸν Εὐστράτιον καὶ συνάθλους δὶς δύω,
Ἅπαξ δύω κτείνουσι πῦρ τε καὶ ξίφος.
Τούς γε σὺν Εὐστρατίῳ δεκάτῃ τρίτῃ ἔκτανεν ἄορ.
Οι Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης μαρτύρησαν κατά το σκληρό διωγμό των χριστιανών επί Διοκλητιανού.
Ο Ευστράτιος, που ήταν ανώτερος αξιωματικός, συνελήφθη από το Δούκα Λυσία. Αυτός, αφού τον βασάνισε με τον πιο φρικτό τρόπο, έπειτα τον έστειλε στον έπαρχο Αγρικόλα. Φημισμένος αυτός για την ωμότητα του απέναντι στους χριστιανούς, έβαλε τον Ευστράτιο να βαδίσει με σιδερένια παπούτσια, που είχαν μέσα μυτερά καρφιά. Κατόπιν τον αποτελείωσε, αφού τον έριξε μέσα στη φωτιά.
Τον Αυξέντιο, που ήταν Ιερέας και συμπολίτης του Ευστρατίου, ο ηγεμόνας τον πίεσε να αλλαξοπιστήσει με πολλές δελεαστικές υποσχέσεις. Αλλά ο άξιος λειτουργός του Χριστού απάντησε: «Δεν είναι ανάγκη να λέω πολλά λόγια Λυσία. Στη ζωή αυτή είμαι του Χριστού και θα είμαι δικός Του μέχρι θανάτου. Και αν αναρίθμητους δαρμούς και πληγές μου δώσεις, και αν με φωτιά και σίδερο με λιώσεις, ο Χριστός μου είναι παντοδύναμος και ο Σταυρός Του ακαταμάχητος. Αυτός καθ' εαυτόν ο Αυξέντιος είναι αδύνατος. Αλλά του χριστιανού Αυξεντίου το φρόνημα δε θα κάμψεις ποτέ». Εξαγριωμένος ο ηγεμόνας από την απάντηση, αμέσως τον αποκεφάλισε.
Το Μαρδάριο, αφού τρύπησαν τους αστραγάλους του τον κρέμασαν με το κεφάλι προς τα κάτω και τον έκαψαν.
Ο αξιωματικός Ευγένιος, αφού του έκοψαν τη γλώσσα και τα χέρια και του έσπασαν τα πόδια, εξέπνευσε.
Τον δε στρατιώτη Ορέστη τον θανάτωσαν, αφού τον ξάπλωσαν σε πυρακτωμένο κρεβάτι.
Όσιος Άρης
Βιογραφία
Άρης ο θείος ουκ Άρης ην οργίλος,
Πράος δε μάλλον, και πατεί γην πραίων.
Ο Όσιος Άρης είναι ένας από τους Όσιους και σοφούς ασκητές της Αιγυπτιακής ερήμου, του οποίου αποφθέγματα υπάρχουν στον Ευεργετινό και απεβίωσε ειρηνικά.
Γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον Συναξαριστή του για τον Όσιο:
«Περί τούτου του Oσίου Άρεως γράφει ο Eυεργετινός (σελ. 203) ότι παρόντος και του Aββά Aβραάμ, ήλθεν ένας αδελφός και ερώτησεν αυτόν· «Eιπέ μοι τι να κάμω να σωθώ;» O δε Όσιος Άρης είπεν αυτώ· «Ύπαγε και πέρασαι τον χρόνον τούτον τρώγοντας κάθε βράδυ ψωμί και άλας. Kαι έπειτα ελθέ πάλιν και λαλώ σοι». Aφ’ ου δε επέρασεν ο χρόνος, πάλιν επήγεν ο αδελφός εις τον γέροντα. Έτυχε δε πάλιν να ευρεθή παρών ο ρηθείς Aββάς Aβραάμ. Kαι είπεν ο γέρων εις τον αδελφόν· «Πήγαινε και πέρασαι τον χρόνον τούτον τρώγωντας εις δύω ημέρας μίαν φοράν». Tότε λέγει ο Aβραάμ εις τον Aββάν Άρην· «Διατί εις μεν τους άλλους αδελφούς, ελαφρόν ζυγόν επιθέττεις, εις τούτον δε, βαρύ φορτίον επιφορτίζεις;» Aπεκρίθη ο γέρων· «Oι αδελφοί καθώς έρχονται ζητούντες, έτζι λαλώ εις αυτούς. Oύτος δε είναι εργάτης. Kαι εί τι αν ειπώ εις αυτόν, το κάμνει μετά σπουδής. Διά τούτο κατά την δύναμίν του, έτζι και λαλώ εις αυτόν». Eκ της παραινέσεως δε ταύτης δείκνυται, πόσον διακριτικός ήτον ο Όσιος ούτος Άρης».