Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης - Όσιος Δομετιανός Επίσκοπος Μελιτηνής - Άγιος Μαρκιανός
Βιογραφία
Ἡ Μοῦσα Γρηγόριος, οὗ Νύσσα θρόνος,
οὐ Πιερίαν, ἀλλ᾿ Ἐδὲμ σκηνὴν ἔχει.
Γρηγόριον δεκάτῃ θανάτου κνέφας ἀμφεκάλυψεν.
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου το 332 μ.Χ. και ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Παίρνει την ίδια μόρφωση με τον μεγάλο του αδελφό, ξεχωρίζει δε κι αυτός για την ευφυΐα του, την επιμέλεια του και την φιλοσοφικότατη ιδιοφυΐα του και είχε χειροτονηθεί αναγνώστης.
Ο Γρηγόριος νυμφεύεται τη Θεοσέβεια, (πραγματικά αγία γυναίκα), που γρήγορα την αρπάζει ο θάνατος. Ισχυρός χαρακτήρας καθώς ήταν, δεν απελπίζεται, και στα σαράντα του χρόνια γίνεται επίσκοπος Νύσσης (σήμερα Νεμσεχίρ), μιας κωμοπόλεως της Καπαδοκίας. Οι Αρειανοί, όμως, του έφεραν μεγάλες ενοχλήσεις. Αντιλαμβανόμενοι, ότι στο πρόσωπό του η αίρεσή τους θα είχε σπουδαιότατο πολέμιο, σχεδίασαν να τον εξοντώσουν. Τον κατηγόρησαν λοιπόν, ότι εξελέγη Επίσκοπος αντικανονικά και σφετερίσθηκε χρήματα της Εκκλησίας. Τις κατηγορίες υπέβαλε κάποιος με το όνομα Φιλόχαρης, όργανο των Αρειανών, προς τον διοικητή του Πόντου Δημοσθένη, προς τον οποίο ο Μέγας Βασίλειος έγραψε και επιστολή. Για την κατηγορία της καταχρήσεως παρακάλεσε να γίνει ο έλεγχος για να δειχθεί η συκοφαντία, για την αντικανονική χειροτονία λέγει ότι η ευθύνη είναι δική του, διότι αυτός χειροτόνησε και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σωστό να δικάσει επί της υποθέσεως αυτής σύνοδος Επισκόπων, των οποίων η εκκλησιαστική θέση δεν ήταν σε κανονική τάξη.
Η επίκληση του Βασιλείου απέβη άκαρπη. Ο αυτοκράτορας Ουάλης ήθελε να αποφευχθεί το θέμα. Το 376 μ.Χ. ο Γρηγόριος καθαιρείται ερήμην από σύνοδο Αρειανών Επισκόπων του Πόντου και της Γαλατίας. Και ο Γρηγόριος, καταδιωκόμενος, αναγκαζόταν να πλανάται και να κρύβεται. Η περιπέτεια έληξε τον Αύγουστο του έτους 378 μ.Χ., όταν απέθανε ο Ουάλης. Ο Γρηγόριος επανήλθε στη Νύσσα, όπου του επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή.
Κατά το φθινόπωρο του 379 μ.Χ. έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Αντιόχειας, η οποία συνήλθε ιδίως για την αίρεση του Απολλιναρίου. Ο Απολλινάριος, ερμηνεύοντας κατά γράμμα χωρίο της Αγίας Γραφής (κατά Ιωάννη α' 14), υποστήριζε ότι ο Θεός Λόγος έγινε σάρκα, όχι σάρκα και ψυχή. Αρνήθηκε τον ανθρώπινο νου, την ανθρώπινη ψυχή και θέληση του Ιησού Χριστού ως στοιχεία διασπαστικά της ενότητός Του και αντίθετα προς την τελειότητά Του και αντικατέστησε τα στοιχεία αυτά με τη θεία επενέργεια. Δίδασκε, δηλαδή, στην ουσία, ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είναι τέλειος Θεός ούτε τέλειος άνθρωπος. Πολλοί νόμιζαν ότι ο Απολλινάριος δέχθηκε την επίδραση της πλατωνικής και νεοπλατωνικής φιλοσοφίας, αλλά το πιθανότερο είναι, καθώς πιστεύει ο Γρηγόριος Νύσσης, ότι αφετηρία στη χριστολογική του διδασκαλία είναι χωρίο επιστολής του Αποστόλου Παύλου (προς Θεσσαλονικείς Α', ε' 23). Στη Σύνοδο ο Άγιος ανασκεύασε τις κακόδοξες θεωρίες του Απολλιναρίου. Επίσης, η Σύνοδος του ανέθεσε αποστολή για την Εκκλησία της Βαβυλωνίας και με την ευκαιρία αυτή επισκέφθηκε και τους Αγίους Τόπους.
Ο Θεός τον αξιώνει επίσης, να γίνει το κυριότερο όργανο Του στη Β' Οικουμενική σύνοδο, το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, και κατατροπώνει στην κυριολεξία τους πνευματομάχους του Μακεδονίου, με «... τη μάχαιρα που δίνει το Πνεύμα και η οποία είναι ο λόγος του Θεού» (Προς Έφεσίους στ' 17). Στις συζητήσεις εκείνες, ο Γρηγόριος ο Νύσσης τόσο πολύ είχε διακριθεί, ώστε ονομάστηκε «Πατήρ Πατέρων και Νυσσαέων Φωστήρ». Ο δε Μέγας Θεοδόσιος τον ονόμασε στύλο της Ορθοδοξίας. Πέθανε ειρηνικά, αφού άφησε πολύ αξιόλογα έργα: ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και έναν επιμνημόσυνο στον αδελφό του Μέγα Βασίλειο.
Βιογραφία
Δομετιανὸς τῆς φθορᾶς ἀπηλλάγη,
Εἴπερ φθορὰν χρὴ τὸν βίον τοῦτον λέγειν.
Ο Όσιος Δομετιανός έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. και ήταν γιος πλουσίων γονέων, του Θεοδώρου και της Ευδοκίας. Φιλομαθής ο Δομετιανός και πολύ προσεκτικός στο να διατηρεί καθαρή τη ζωή του από μικρή ηλικία, δεν παρασύρθηκε από τα πολλά υλικά πλούτη αλλά επιδόθηκε στο να μάθει τα ελληνικά γράμματα και τις άγιες Γραφές και πράγματι προόδευσε πολύ στις σπουδές του. Αργότερα παντρεύτηκε μια ευσεβέστατη σύζυγο, που γρήγορα όμως την έχασε αλλά θέλησε να μείνει πιστός στη μνήμη της και γι' αυτό έγινε κληρικός και αφοσιώθηκε ολοσχερώς στην υπηρεσία της εκκλησίας. Η δε μεγάλη προσωπική του αξία δεν άργησε να τον ανεβάσει στην επισκοπή της Μελιτηνής στη Μεσοποταμία. Ο Δομετιανός, μαζί με τα εκκλησιαστικά πλεονεκτήματα του, κατείχε και μεγάλη πολιτική ικανότητα και επιδεξιότητα. Γι' αυτό και ο αυτοκράτωρ Μαυρίκιος, του εμπιστεύθηκε σπουδαία πολιτική αποστολή στο βασιλιά των Περσών Χοσρόη τον Β'. Η επιτυχία, με την οποία την εξετέλεσε, έκανε τον αυτοκράτορα να παραχωρεί κατά καιρούς στον επίσκοπο Μελιτηνης μεγάλα χρηματικά ποσά, που ο Δομετιανός τα ξόδευε στις εκκλησιαστικές ανάγκες και την ίδρυση πτωχοκομείων. Πέθανε τον Ιανουάριο του 602 μ.Χ., σε μια από τις επισκέψεις του στην Κωνσταντινούπολη. Η κηδεία του έγινε με μεγάλη επισημότητα και ενταφιάσθηκε με τιμές από τον Πατριάρχη Κυριακό στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Λέγεται, ότι λίγο καιρό μετά, το ιερό λείψανο αυτού ανεκομίσθη στη Μελιτηνή και έκανε πολλά θαύματα.
Βιογραφία
Ἀπῆρεν ἔνθεν πρὸς πόλου μέγα κλέος,
Ὁ Μαρκιανός, οὗ κλέος κἂν γῇ μέγα.
Ο Άγιος Μαρκιανός ήταν πρεσβύτερος και οικονόμος της Μεγάλης Εκκλησίας. Οι προγονοί του κατάγονταν από τη Ρώμη, ήλθαν όμως και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Ο ίδιος έδρασε επί αυτοκρατόρων Μαρκιανού και Πουλχερίας, και επί Λέοντος του Θρακός, δηλαδή γύρω στο 450 - 474 μ.Χ. Ο Άγιος Μαρκιανός είχε αρχικά προσχωρήσει στην αίρεση των Ναυατιανών και αφού μετανόησε επέστρεψε στην πατρώα ευσέβεια και δαπάνησε την περιουσία του στην ανοικοδόμηση και επισκευή ναών.
Καταρτισμένος στα Ιερά γράμματα, διακρίθηκε σαν Ιερέας και οικονόμος του ναού της Αγίας Σοφίας. Η μεριμνά του για τους φτωχούς υπήρξε εξαιρετική. Επίσης με πρωτοβουλία του Μαρκιανού, κτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας Αναστασίας, κοντά στον μικρότερο που υπήρχε και τον οποίο δόξασε ο Γρηγόριος ο Θεολόγος με τους περίφημους λόγους του. Έπειτα πάλι με πρωτοβουλία του Μαρκιανού κτίστηκαν ο ναός της Αγίας Ειρήνης προς τη θάλασσα, ο κάτω απ' αυτή ναός Ισιδώρου του Μάρτυρα και ο ναός του Αγίου Στρατόνικου.
Γι' αυτή του λοιπόν την ευλάβεια, για την πολλή φιλανθρωπία και ελεημοσύνη του και την ευσεβή χρησιμοποίηση της παιδείας του, η Εκκλησία τον κατάταξε μεταξύ των Άγιων της. Η Σύναξη του Αγίου Μαρκιανού ετελείτο στο Προφητείο του Βαπτιστού Ιωάννου, κοντά στην Κινστέρνα, δηλαδή δεξαμενή, της Μωκησίας «εν τοις Δανιήλ», που ήταν κοντά στο ναό του Αγίου Μωκίου.