Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος - Όσιος Πούπλιος - Άγιος Αυξέντιος ο Νεομάρτυρας - Όσιος Μάρης
Βιογραφία
Θεοῦ γινώσκειν ὀρθοδόξως οὐσίαν,
Χριστιανοῖς λεγάτον ἐκ Γρηγορίου.
Εἰκάδι Γρηγόριος Θεορρήμων ἔκθανε πέμπτῃ.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από τον Γρηγόριο, επίσκοπο Ναζιανζού (1η Ιανουαρίου) και την Νόννα (5 Αυγούστου). Έχει δύο αδέρφια: τον Καισάρειο (βλέπε 9 Μαρτίου) και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία (βλέπε 23 Φεβρουαρίου).
Στη Ναζιανζό, διδάσκεται τη στοιχειώδη εκπαίδευση, ενώ τη μέση στη Καισάρεια, όπου γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου). Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).
Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο. Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στη πνευματική ζωή.
Μετά, όμως, από θερμές παρακλήσεις των δικών του, επιστρέφει στην πατρίδα του και μπαίνει στην ενεργό δράση της Εκκλησίας. Στα 43 του χρόνια ο Θεός τον ανύψωσε στο επισκοπικό αξίωμα. Έδρα του ορίστηκε η περιοχή των Σασίμων την οποία ποτέ δεν ποίμανε λόγω των Αρειανών κατοίκων της.
Όμως, ο θάνατος έρχεται να πληγώσει τη ψυχή του, με αλλεπάλληλους θανάτους συγγενικών προσώπων. Πρώτα του αδερφού του Καισαρείου, έπειτα της αδερφής του Γοργονίας, μετά του πατέρα του και, τέλος, της μητέρας του Νόννας. Μετά απ’ αυτές τις θλίψεις, η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη (378 μ.Χ.), όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ήταν στα χέρια των αιρετικών. Όμως ο Άγιος δεν απελπίζεται. Μετατρέπει ένα δωμάτιο στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν σε ναό και του δίνει συμβολικό όνομα. Ονομάζει το ναό Αγία Αναστασία δείγμα ότι πίστευε στην ανάσταση της Ορθόδοξης Πίστης.
Οι αγώνες είναι επικίνδυνοι. Οι αιρετικοί ανεβασμένοι πάνω στις σκεπές των σπιτιών του πετούν πέτρες και έτσι ο Άγιος Γρηγόριος δοκιμάζεται πολύ. Στο ναό της Αγίας Αναστασίας εκφωνεί τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους που του έδωσαν δίκαια τον τίτλο του Θεολόγου.
Μετά το σκληρό αυτό αγώνα, ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.). Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο. Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων. Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης.
Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, στο Άγιο Όρος ενώ το ιερό σκήνωμα του φυλάσσεται στον ομώνυμο Ναό του στην Νέα Καρβάλη.
Όσιος Πούπλιος
Βιογραφία
Ζωὴν ἔνυλον Πούπλιος καταστρέφει
Καὶ τὴν ἄϋλον καὶ νοητὴν λαμβάνει.
Ο Όσιος Πούπλιος καταγόταν από την πόλη Ζεύγμα, που ήταν κτισμένη κοντά στην όχθη του Ευφράτη ποταμού, και ήταν βουλευτής. Ο Πούπλιος, ψυχή εμπνεόμενη από τη φιλάνθρωπη αυταπάρνηση των πρώτων χριστιανών, μοίρασε τα υπάρχοντα του όλα στους φτωχούς και αποσύρθηκε σ'ένα μικρό αναχωρητήριο. Εκεί, δεν άργησε να σχηματισθεί γύρω του μικρή κοινωνία αδελφών ερημιτών, της οποίας αυτός ήταν ο οδηγός και ο διδάσκαλος. Τους κατάρτιζε στην ευσέβεια και εγκράτεια, και ανέδειξε απ' αυτούς πνευματικούς άνδρες οι όποιοι πολλές φορές χρησίμευσαν στην προστασία των Χριστιανών και στην υπεράσπιση της Εκκλησίας. Αφού λοιπόν έτσι καλά αγωνίστηκε ο αοίδιμος Πούπλιος, παρέδωσε τη μακάρια ψυχή του στα χέρια του Θεού.
Άγιος Αυξέντιος ο Νεομάρτυρας
Βιογραφία
Aυξεντίω στέφανος ηυξήθη μέγας,
Eις ουράνια διά του μαρτυρίου.
Ο Άγιος Αυξέντιος γεννήθηκε στην επαρχία Βελλάς των Ιωαννίνων το 1690 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς. Νεαρός ακόμα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και δούλευε την τέχνη των γουναράδων στο χάνι, το λεγόμενο Μαχμούτ-Πασά.
Αργότερα όμως, επεθύμησε τέρψεις και ηδονές, εγκατέλειψε την τέχνη του και προσλήφθηκε στα βασιλικά καράβια, όπου ξεφάντωνε με τους Τούρκους φίλους του. Αυτοί οι φίλοι του όμως, τον συκοφάντησαν ότι αρνήθηκε τον Χριστό και ομολόγησε τη θρησκεία τους. Φοβισμένος ο Αυξέντιος εγκατέλειψε τα καράβια και αφού αγόρασε μια βάρκα, έκανε τον βαρκάρη.
Μετανιωμένος όμως για τα προηγούμενα σφάλματα του, θέλησε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τυχαία τότε, συνάντησε τον Σύγκελλο της Μεγάλης Εκκλησίας Γρηγόριο Ξηροποταμηνό και εξομολογήθηκε τον πόθο του. Αργότερα, τον συνάντησαν στον δρόμο ναυτικοί του στόλου, τον αναγνώρισαν και τον οδήγησαν στον κριτή.
Στο κριτήριο ο Αυξέντιος, παρά τα σκληρά βασανιστήρια, ομολόγησε πως είναι χριστιανός. Έτσι τον φυλάκισαν στο Πασά - Καπισί. Στη φυλακή αυτή, ο Σύγκελλος Γρηγόριος τον επισκέφθηκε και τον ενθάρρυνε να σταθεί ανδρείος μπροστά στους άπιστους. Ανακρινόμενος και πάλι ο Αυξέντιος επέμενε λέγοντας: «Εγώ χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός θέλω ν' αποθάνω». Τότε τον καταδίκασαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό.
Τον αποκεφάλισαν στις 25 Ιανουαρίου 1720 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Η κάρα του Άγιου σώζεται στη Μονή Ξηροποτάμου.
Όσιος Μάρης
Βιογραφία
Πάσης ἀποστὰς ἀγάπης κόσμου Μάρης
Εἰς θεῖον ὕψος ἧκε θείας ἀγάπης.
O Όσιος Μάρης ήταν από την πόλη Κύρου και ήταν ωραίος στην όψη και καλλίφωνος. Έψαλλε στους ναούς και ζούσε με εγκράτεια και σεμνότητα. Όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια, ήλθε σ' ένα χωριό που ονομαζόταν Ομήρου ή Νήτις και έκτισε σπίτι, όπου διέμεινε για τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια, με νηστεία και προσευχή.
Έζησε συνολικά ενενήντα χρόνια και απεβίωσε ειρηνικά τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Ο Όσιος Μάρης αγαπούσε την απλότητα και απεχθανόταν παντελώς τις διάφορες πανουργίες. Αγαπούσε επίσης, την πενία και την ακτημοσύνη. Έτσι, στα ενενήντα χρόνια που έζησε, χρησιμοποιούσε ενδύματα κατασκευασμένα από γιδίσιο μαλλί και την ανάγκη του για τροφή την ικανοποιούσε με ψωμί και λίγο αλάτι. Επειδή δε επί πολλά χρόνια βρισκόταν στον έρημο τόπο, αισθάνθηκε τον πόθο να δει να τελείται η Θεία Λειτουργία. Και η επιθυμία του ικανοποιήθηκε. Συνέβη, τότε που του δημιουργήθηκε αυτός ο πόθος, να τον επισκεφθεί ένας ιερέας, ο οποίος και τέλεσε την Θεία Ιερουργία, αφού χρησιμοποίησε αντί για Αγία Τράπεζα τα χέρια διακόνων. Η καρδιά του Οσίου πληρώθηκε από απερίγραπτη χαρά και αγαλλίαση και ένιωθε ότι έβλεπε τον ίδιο τον ουράνιο θρόνο του Χριστού.
Τη βιογραφία του Οσίου Μάρη έγραψε ο Κύρου Θεοδώρητος.