Δίκαιος Συμεών ο Θεοδόχος και Άννα η Προφήτιδα - Άγιοι Σταμάτιος και Ιωάννης οι αυτάδελφοι και ο συνοδίτης αυτών Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ Σπετσών - Άγιοι Αδριανός και Εύβουλος
Βιογραφία
Eις τον Συμεών.
Ἤγγειλε νεκροῖς Πρέσβυς, ὡς Θεὸς Λόγος,
Ἄνθρωπος ὀφθείς, μέχρι καὶ τούτων φθάσει.
Eις την Άνναν.
Οὐ γὰρ ἀπῆρεν ἡ Φανουὴλ θυγάτηρ,
Ἕως ἐπ' αὐτῆς τὸν Θεὸν εἶδε βρέφος.
Τῇ τριτάτῃ δεσμοῖο βίαιο λύθη Συμεώνης.
Ο Συμεών κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν δίκαιος, ευλαβής και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, που του είχε φανερώσει ότι δε θα πέθαινε πριν δει το Χριστό. Η χαρμόσυνη αυτή πληροφορία τον εμψύχωνε ως τα βαθειά γεράματα του. Τέλος, ακριβώς σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού, το Πνεύμα τον πληροφόρησε ότι έπρεπε να πάει στο Ιερό. Ετοιμάστηκε, λοιπόν, με νεανική ζωηρότητα, πήγε εκεί και στάθηκε στην πόρτα, γεμάτος ευχαρίστηση και αγαλλίαση. Μέσα στην προσδοκία αυτή, φάνηκαν να έρχονται ο Ιωσήφ με την Παρθένο, που κρατούσε τον Ιησού. Ο Συμεών, πληροφορημένος από το Πνεύμα ότι το βρέφος αυτό είναι ο Χριστός, τρέχει και παίρνει τον Ιησού στην αγκαλιά του. Τον κρατάει ευλαβικά και, αφού καλά - καλά παρατήρησε το νήπιο και δέχθηκε όλη την ιλαρότητα της θείας μορφής του, ύψωσε το βλέμμα του επάνω και είπε ευχαριστώντας το Θεό: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις άποκάλυψιν εθνών και δόξαν λάου σου Ισραήλ». Τώρα, δηλαδή, πάρε την ψυχή μου Δέσποτα, σύμφωνα με το λόγο σου, ειρηνικά, διότι τα μάτια μου είδαν αυτόν που θα φέρει τη σωτηρία που ετοίμασες για όλους τους λαούς και θα είναι γι' αυτούς φως, που θα αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και θα δοξάσει το λαό σου Ισραήλ.
Η Προφήτιδα Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ και καταγόταν από τη φυλή του Ασήρ, ογδόου γιου του Ιακώβ. Παντρεύτηκε πολύ νέα, και μετά επτά χρόνια έμεινε χήρα. Από κει και πέρα έζησε μόνη της, χωρίς να έλθει πλέον σε νέο γάμο. Παρηγοριά και ευχαρίστηση της ήταν η προσευχή, η νηστεία, η ανάγνωση των Γραφών, η φιλανθρωπία και η συχνή παρουσία της στο Ιερό σ' όλες τις πρωινές και εσπερινές δεήσεις. Για τον τρόπο αυτό της ζωής της, το Άγιο Πνεύμα μετέδωσε στην Άννα το προφητικό χάρισμα. Αξιώθηκε μάλιστα, αν και 84 ετών τότε να υποδεχθεί στο Ναό μαζί με τον δίκαιο Συμεών, το θείο Βρέφος. Κατά τη συνάντηση εκείνη, η καρδιά της Άννας υπερχάρηκε και σκίρτησε. Πλησίασε, προσκύνησε το παιδί και κατόπιν, αφού ευχαρίστησε και δοξολόγησε και αυτή το Θεό, διακήρυττε ότι ήλθε ο Μεσσίας προς όλους, οι όποιοι ζούσαν περιμένοντας με ειλικρινή ευσέβεια τη λύτρωση του Ισραήλ.
Η μνήμη της Προφήτιδας Άννας επαναλαμβάνεται στις 28 Αυγούστου.
Η Σύναξή τους ετελείτο στο Αποστολείο Ιακώβου του Αδελφοθέου, που ήταν παρεκκλήσιο του ναού της Θεοτόκου Ευουρανιωτίσσης.
Τα Λείψανα του Αγίου Συμεών, άγνωστο πότε, μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκαν στο Ναό της Παναγίας των Χαλκοπρατείων, όπου φυλάσσονταν και τα Λείψανα του Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου και του Προφήτου Ζαχαρίου, πατρός του Προδρόμου. Από εκεί αφαιρέθηκαν το 1204 μ.Χ., πέντε ημέρες μετά την άλωση της Πόλεως από τους Φράγκους, από τους Βενετούς Πέτρο Steno, Άγγελο Drusiano και Ανδρέα Balduino και μεταφέρθηκαν στη Βενετία. Μετά την αναγνώριση του 1317 μ.Χ. τα Λείψανα τοποθετήθηκαν σε μαρμάρινη σαρκοφάγο, η οποία το 1733 μ.Χ. τοποθετήθηκε κάτω από την Αγία Τράπεζα του προς τιμήν του Ναού, όπου και σήμερα φυλάσσονται.
Λείψανα του Αγίου Συμεών φυλάσσονται επίσης στο Ναό Aix La Chapelle, στο Άαχεν της Γερμανίας.
Άγιοι Σταμάτιος και Ιωάννης οι αυτάδελφοι και ο συνοδίτης αυτών Νικόλαος οι Νεομάρτυρες εκ Σπετσών
Βιογραφία
Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Σταμάτιος, Ιωάννης και Νικόλαος κατάγονταν από τις Σπέτσες και μαρτήρησαν υπέρ του Ονόματος του Χριστού στη Χίο, το έτος 1822 μ.Χ. Από αυτούς οι δύο πρώτοι, ο Σταμάτιος και ο Ιωάννης, ήσαν αδελφοί. Ο πατέρας τους ονομαζόταν Θεόδωρος Γκίνης και η μητέρα τους Ανέζω.
Κατά το έτος 1822 μ.Χ. οι Άγιοι ξεκίνησαν το ταξίδι τους για την Κωνσταντινούπολη μαζί με άλλους πέντε ναυτικούς, που ασχολούνταν με το εμπόριο, μεταξύ των οποίων ήταν και ο συναθλητής αυτών Νικόλαος. Η σφοδρή θαλασσοταραχή τους ανάγκασε να προσαράξουν απέναντι από τη Χίο, σε παραλία της Μικρασιατικής γης που ονομαζόταν Τσεσμέ. Αφού εξήλθαν στην ξηρά, φοβούμενοι τους Τούρκους, εμπιστεύτηκαν την ζωή τους σε κάποιον Χριστιανό, τον οποίο παρακάλεσαν να μεριμνήσει, δίδοντάς του αμοιβή για την εξεύρεση υλικών, προκειμένου να επισκευάσουν τα χαλασμένο πλοιάριό τους. Όμως αυτός τους πρόδωσε στον αγά και οδήγησε εναντίων τους, τους Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι τους κατεδίωξαν. Από τους επτά οι δύο φονεύθηκαν, άλλοι δε δύο έφυγαν διά θαλάσσης. Οι Οθωμανοί, εξαγριωμένοι, συνέλαβαν τους δύο αδελφούς, Σταμάτιο και Ιωάννη και τον γέροντα πλοίαρχο Νικόλαο. Ο πασάς, αφού τους ανέκρινε, έδωσε εντολή να φυλακίσουν τους δύο αδελφούς και να αποκεφαλίσουν το Νικόλαο στην εκτός του κάστρου πεδιάδα.
Οι Τούρκοι προέτρεπαν το Νικόλαο να αλλαξοπιστήσει, για να γλυτώσει τον θάνατο και να κερδίσει την ζωή, εκείνος όμως απάντησε με θάρρος ότι δεν αρνείται την πίστη του. Έτσι, ομολογώντας τον Χριστό, δέχθηκε το στεφάνι του μαρτυρίου, αφού απέκοψαν την τίμια κεφαλή αυτού.
Οι Τούρκοι προσπάθησαν να εξισλαμίσουν και τους δύο αδελφούς. Παρά τις μεθοδικές και επίμονες προσπάθειες αυτών, επί επτά συνεχείς ημέρες, δεν κατάφεραν τίποτε. Οι Μάρτυρες βρήκαν την ευκαιρία και απέστειλαν κρυφά έγγραφη την εξομολόγησή τους προς τον Μητροπολίτη Χίου, ο οποίος τους έδωσε την ευλογία του, για να προχωρήσουν προς τον δρόμο του μαρτυρίου με πνευματική ανδρεία. Κοινωνήσαντες δε των Αχράντων Μυστηρίων, των οποίων την αποστολή οικονόμησε ο Επίσκοπος διά γυναικός , ήσαν έτοιμοι για την μεγάλη θυσία. Προσαχθέντες ενώπιον του πασά, διεκήρυξαν και πάλι την ακλόνητη πίστη τους στον Χριστό και πορευόμενοι προς το μαρτύριο φώναξαν προς το πλήθος: «Χριστιανοί είμεθα, για τον Χριστό πηγαίνουμε στον θάνατο». Έτσι δέχθηκαν τους στέφανους του μαρτυρίου, αποκεφαλισθέντες, ο μεν νεομάρτυρας Σταμάτιος σε ηλικία 18 ετών, ο δε νεομάρτυρας Ιωάννης σε ηλικία 22 ετών.
Άγιοι Αδριανός και Εύβουλος
Βιογραφία
Eις τον Aδριανόν.
Ἀδριανόν, χαίροντα τμηθῆναι ξίφει,
Χείρ, ἡ φόνοις χαίρουσα τέμνει δημίου.
Eις τον Eύβουλον.
Ξίφει θανὼν Εὔβουλε, Κυρίου χάριν,
Βουλὴν ἐπέγνως ὡς ἀρεστὴν Κυρίῳ.
Οι Άγιοι αυτοί μάρτυρες κατάγονταν από τη χώρα Βανέα (δηλαδή τη χώρα της Αρμενίας γύρω από τη λίμνη Βαν). Αυτοί λοιπόν, θέλησαν να δουν από κοντά τους Μάρτυρες και Ομολογητές του Χριστού της Καισαρείας και γι' αυτό αναχώρησαν για την πόλη αυτή. Εκεί φανερώθηκαν ότι είναι Χριστιανοί και αμέσως οδηγήθηκαν στον άρχοντα Φιρμιλιανό, όπου με πολύ θάρρος ομολόγησαν τον Χριστό. Τότε τους έδειραν ανελέητα στη ράχη και τα πλευρά. Αλλά και πάλι, όταν για δεύτερη φορά οδηγήθηκαν στον άρχοντα, ομολόγησαν τον Χριστό. Εξοργισμένος ο άρχοντας, τους έριξε τροφή στα θηρία. Και ο μεν Αδριανός, θηριομάχησε με λιοντάρι και επειδή στάθηκε αβλαβής, αποκεφαλίσθηκε. Την ίδια ακριβώς διαδικασία υπέστη και ο Εύβουλος, το τέλος και αυτού ήταν ο αποκεφαλισμός. Έτσι και οι δύο μαζί πήραν τα αμάραντα στεφάνια της αιώνιας δόξας.