Άγιοι Τεσσαράκοντα δύο Μάρτυρες από το Αμόριο - Μνήμη Ευρέσεως Τιμίου Σταυρού μετά των Τιμίων Ήλων υπό της Αγίας Ελένης - Όσιος Ησύχιος ο Θαυματουργός
Βιογραφία
Τὴν ἑξάριθμον συντεθειμένην φέρει,
Σὺν ἑπταρίθμῳ ἡ τετμημένη φάλαγξ.
Τεσσαράκοντα κάρηνα δυοῖν ἅμα ἕκτῃ ἐτμήθη.
Eπταπλαρίθμως συντεθειμένον φέρει,
Tον έξ αριθμόν η τετμημένη φάλαγξ.
Tεσσαράκοντα κάρηνα δυοίν άμα έκτη εκάρθη.
Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα δύο Μάρτυρες έζησαν στα χρόνια της βασιλείας του Θεοφίλου του εικονομάχου (829 - 842 μ.Χ.) και ήταν στρατηγοί και ταξιάρχες, πλούσιοι και ευγενείς. Ο Άγιος Θεόδωρος ήταν στρατηγός και πρωτοσπαθάριος, ο Άγιος Θεόφιλος στρατηγός και πατρίκιος, ο Άγιος Κάλλιστος τουρμάρχης, ο Άγιος Κωνσταντίνος δρουγγάριος, ο Άγιος Βασσόης δρομεύς, οι Άγιοι Μελισσηνός και Αέτιος στρατηγοί, ο Άγιος Κρατερός ευνούχος, ο άλλος Άγιος Κρατερός στρατηγός και ο Άγιος Κύριλλος επίσης στρατηγός.
Εκείνο τον καιρό, αφού βγήκε από την Συρία ο Αμηράς με αναρίθμητο στρατό, κατά των ανατολικών μερών της επικράτειας των Ρωμαίων, απεστάλησαν από τον βασιλέα στρατιώτες, για να προστατέψουν την πόλη του Αμορίου, πρωτεύουσας της Φρυγίας. Και όταν είδαν το άπειρο πλήθος των Σαρακηνών, εισήλθαν στο εσωτερικό μέρος του κάστρου αγωνιζόμενοι με καρτερία. Εκεί, αφού συνελήφθησαν, το έτος 838 μ.Χ., από τον χαλίφη Μοτασέμ, οδηγήθηκαν εις Σάμαρα της Μεσοποταμίας και κλείσθηκαν στη φυλακή. Ο χαλίφης τους υποσχέθηκε να τους αποκαταστήσει στα αξιώματά τους, εάν αλλαξοπιστήσουν και γίνουν Μωαμεθανοί. Όμως οι Άγιοι Μάρτυρες αρνήθηκαν με γενναιότητα και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Και αφού υπέστησαν πολλές ταλαιπωρίες και απάνθρωπα βασανιστήρια, αποκεφαλίσθηκαν, το έτος 842 μ.Χ. και έτσι σφράγισαν την ομολογία τους για τον Χριστό με το αίμα τους.
Ναό επ' ονόματι των Αγίων τεσσαράκοντα δύο τούτων Μαρτύρων ανήγειρε στο παλάτι των Πηγών ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β' (976 - 1025 μ.Χ.).
Μνήμη Ευρέσεως Τιμίου Σταυρού μετά των Τιμίων Ήλων υπό της Αγίας Ελένης
Βιογραφία
Εις την εύρεσην του Τιμίου Σταυρού
Δίδωσιν ἡμῖν Ἑλένη ταύτην χάριν,
Βλέπειν τὸ σῶσαν ἐκ φθορᾶς ἡμᾶς ξύλον.
Εις την εύρεσην των Τιμίων Ήλων
Φανέντες ἧλοι Βασιλεῖ, τοῦ μὲν κράνους,
Ἄγαλμα κεῖνται, τοῦ χαλινοῦ δὲ κράτος.
Η Αγία Ελένη (247 - 328 μ.Χ.), μητέρα του πρώτου Χριστινανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α' του Μεγάλου (280/288 - 337 μ.Χ.), το έτος 326 μ.Χ. πήγε στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὖρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δυὸ σταυροὺς τῶν λῃστῶν», όπως γράφει ο Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς.
Κατά την παράδοση, ύστερα από την πληροφορία κάποιου Εβραίου, με το όνομα Ιούδας, υποδείχθηκε η θέση όπου έγινε η ανασκαφή, κατά την οποία βρέθηκαν τρεις σταυροί, ήτοι του Χριστού και των δύο ληστών. Επειδή, όμως, δεν ήταν δυνατόν να αναγνωρισθεί ποιος από τους τρεις σταυρούς ήταν του Κυρίου, η Αγία Ελένη παρακάλεσε να τεθεί διαδοχικά επάνω στους σταυρούς ένας νεκρός που τον πήγαιναν για ενταφιασμό. Μόλις λοιπόν ο νεκρός ετέθη επί του Σταυρού του Κυρίου αναστήθηκε. Η Αγία Ελένη έθεσε τότε τα θεμέλια του Ναού της Αναστάσεως, την ανέγερση του οποίου διέταξε ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν πληροφορήθηκε την εύρεση του Τιμίου Σταυρού.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος το μεν ήμισυ του Τιμίου Σταυρού το άφησε στα Ιεροσόλυμα, όπου μεγάλο μέρος φυλάσσεται μέχρι σήμερα, το δε άλλο ήμισυ μετά των ήλων (καρφιών) το μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη.
Όσιος Ησύχιος ο Θαυματουργός
Βιογραφία
Δούς, Ἡσύχιε, σαυτὸν ἡσύχῳ βίῳ,
Τέλους φθάσαντος, ἡσυχάζεις ἐκ βίου.
Ο Όσιος Ησύχιος καταγόταν από την αρχαία πόλη Άνδραπα (ή Άνδράκινα ή - κατά τον Μ. Γαλανό - Νέα Κλαυδιούπολη) της Γαλατίας. Σε νεαρή ηλικία, φλεγόμενος από πόθο για τη μοναχική πολιτεία, εγκατέλειψε την πατρίδα του και κατέφυγε στα προς την θάλασσα μέρη της Αρδανίας, προς το όρος του Μαΐωνος, όπου έκτισε καλύβα και διέμενε καλλιεργώντας τους έρημους αγρούς που βρίσκονταν γύρω από το κελί του. Για το άνυδρο του τόπου κατέβηκε στους πρόποδες του βουνού, όπου βρήκε πηγή νερού και εκεί έκτισε ναό αφιερωμένο στον Απόστολο Ανδρέα. Έζησε αυστηρό ασκητικό βίο και ο Θεός του δώρισε το χάρισμα της θαυματουργίας.
Ο Όσιος Ησύχιος κοιμήθηκε σε βαθύ γήρας με ειρήνη και ενταφιάσθηκε εντός του ναού, που είχε οικοδομήσει, πλησίον της δεσποτικής πύλης και μέσα σε λίθινη λάρνακα. Κατά το έτος 781 μ.Χ., ο Επίσκοπος Αμασείας Θεοφύλακτος μετέφερε το ιερό λείψανο αυτού στην Αμάσεια και απέθεσε αυτό στο δεξιό μέρος του Θυσιαστηρίου. Η μνήμη του Οσίου Ησυχίου επαναλαμβάνεται και στις 10 Μαΐου.
